Σε αυτήν την περίπτωση τι γίνεται; Μπορεί μια κυβέρνηση να «ανοίγει» και να «κλείνει» την οικονομία και την κοινωνική ζωή εσαεί; Σε συνέντευξη στο Γερμανικό Ραδιόφωνο, ο επιδημιολόγος Αλεξάντερ Κεκουλέ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Χάλε Βίτενμπεργκ, βλέπει με κριτική ματιά τη στρατηγική της γερμανικής κυβέρνησης.
Περισσότερη προσοχή στους οίκους ευγηρίας
«Είμαι της άποψης ότι χρειαζόμαστε ένα σχέδιο που να έχει διάρκεια και όχι αυτό το αιώνιο άνοιγμα και κλείσιμο. Το σχέδιο που έχουμε τώρα είναι να πατάμε φρένο με όλη μας τη δύναμη και μετά κάποια στιγμή να χαλαρώνουμε, το αργότερο μέχρι τα Χριστούγεννα. Νομίζω ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει πρώτα να τηρούν τις υποχρεώσεις τους και να υλοποιήσουν στόχους που είχαν από καιρό θέσει και οφείλουν να εκπληρώσουν». Αλλά τι ακριβώς, είναι αυτό που παρέλειψε η γερμανική κυβέρνηση. Ο Γερμανός ειδικός αναφέρει ως πρώτο την προστασία ηλικιωμένων στους οίκους ευγηρίας, όπου καταγράφονται τα περισσότερα κρούσματα και το ποσοστό θνητότητας είναι 10% μεγαλύτερο.
«Πρέπει να γίνονται τεστ πρωτίστως στους επισκέπτες, αλλά και στο προσωπικό, πρέπει να υπάρχει ένα συνεχές πρόγραμμα τεστ και καλύτερη εκπαίδευση των εργαζομένων. Πρόκειται για ανθρώπους που εργάζονται υπό όχι καλές συνθήκες και είναι κακοπληρωμένοι». Ο Αλεξάντερ Κεκουλέ επικρίνει, μεταξύ άλλων, τον αργό ρυθμό εργασίας των εργαστηρίων και υγειονομικών υπηρεσιών που γίνεται εμφανής τα Σαββατοκύριακα από τον ασαφή αριθμό κρουσμάτων που δίνει με καθυστέρηση στη δημοσιότητα το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ.
Υποχρεωτική η μάσκα σε ηλικίες από 9 ως 13 χρόνων
Ένα θέμα που τον απασχολεί είναι η επιδημιολογική κατάσταση στα σχολεία. Διευκρινίζει ότι οι 300.000 μαθητές που βρίσκονται αυτήν την περίοδο σε καραντίνα, δεν αποτελεί αριθμό κρουσμάτων. «Νομίζω ότι τα κρούσματα στο σχολείο έχουν να κάνουν, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις μου, με τις επαφές των παιδιών σε προσωπικό επίπεδο, δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι όταν τηρούνται όλα τα μέτρα, όπως μάσκα και αποστάσεις, καταγράφονται μολύνσεις στις τάξεις» επισημαίνει ο Γερμανός επιδημιολόγος, ο οποίος υποστηρίζει ότι θα πρέπει να υιοθετηθεί το μέτρο της μάσκας υποχρεωτικά και σε ηλικίες από 9 έως 13 χρόνων.
Αμφιβολίες διατηρεί ωστόσο εάν πρέπει να επιβληθεί και στα δημοτικά, στα ολοήμερα σχολεία και τα νηπιαγωγεία. «Σύμφωνα με επιδημιολογικά στοιχεία δεν έχει καταγραφεί μεγάλη έξαρση κρουσμάτων. Για λόγους που δεν γνωρίζουμε ακριβώς, το ποσοστό μολύνσεων για την ώρα είναι χαμηλό. Σε σημείο που μπορούμε να πούμε ότι δεν είναι οπωσδήποτε υποχρεωτική η μάσκα στα νηπιαγωγεία και στα δημοτικά».